Θεωρείται από τις πιο μεγάλες αναμετρήσεις στα οδυνηρά χρόνια της κομμουνιστικής ανταρσίας των ετών 1946 – 1949.
Είναι αναμφισβήτητα η κρισιμότερη γιατί απέδειξε ότι το Έθνος ξέρει να απαντά με πυγμή σε όσους το επιβουλεύονται.
Ιστορικό πλαίσιο πριν την μάχη
Γνωστή είναι η διαχρονική θέση του διεθνούς κομμουνισμού για την αρπαγή της Μακεδονίας και της Θράκης. Και είναι επίσης γνωστή η αμέριστη σύμπραξη των εγχώριων προδοτών του ανθελληνικού κομμ. κόμματος.
Από τη δεκαετία ακόμα του ’20 οι θέσεις τους στον Ριζοσπάστη ήταν ξεκάθαρες: Απόσχιση και ανεξαρτησία Μακεδονίας – Θράκης.
Ο συμμοριτοπόλεμος, ο «Τρίτος Γύρος» της κομμουνιστικής ανταρσίας, ξεκίνησε στις 31 Μαρτίου 1946, με επίθεση συμμοριτών στον Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου. Επρόκειτο για την πιο οργανωμένη επιδρομή του σλαβισμού για την υποδούλωση της Μακεδονίας και της Θράκης μας.
Ασφαλώς, δεν υπήρχε περίπτωση το ΚΚΕ να ξεκινήσει τον συμμοριτοπόλεμο χωρίς, όχι απλώς και μόνον την άδεια, αλλά και την εντολή του «Μεγάλου Στάλιν».
Τον Απρίλιο του 1947, ο Ζαχαριάδης συναντάται με τον Τίτο, στο Βελιγράδι, και συμφωνούν στη δημιουργία χωριστού κράτους στη Βόρεια Ελλάδα. Αυτός ήταν ουσιαστικά και ο σκοπός της εξέγερσης του ΔΣΕ. Στο μνημόνιο μεταξύ Ζαχαριάδη-Τίτο αναφέρεται στην παράγραφο 4: Το πιο νευραλγικό και ασθενικό για το μοναρχοφασισμό σημείο από κοινωνική, οικονομική, πολιτική, εθνική, στρατιωτική και γεωγραφική άποψη είναι η Βόρεια Ελλάδα, δηλαδή, κυρίως η ελληνική Μακεδονία και Θράκη. Αντίθετα για το ΔΣΕ εδώ συγκεντρώνονται οι πιο ευνοϊκές προϋποθέσεις. Ουσιαστική σημασία έχει εδώ το γεγονός ότι ο ΔΣΕ διαθέτει πρωτοβουλία στο διάλεγμα του σημείου όπου θα χτυπήσει.
Το 1947 ήταν πλέον τόσο σαφής ο στόχος που και το πόρισμα της Ειδικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών στον ΟΗΕ (23/5/1947) ανέφερε: «Επί τη βάσει των γεγονότων, τα οποία διεπίστωσεν η ιδία η Επιτροπή, κατέληξεν εις το συμπέρασμα, ότι η Γιουγκοσλαβία και εις μικροτέραν έκτασιν αι Αλβανία και Βουλγαρία υποστηρίζουν τον συμμοριακόν πόλεμον εν Ελλάδι. Οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδος επιχειρούν να δημιουργήσουν και να υποδαυλίσουν αυτονομιστικήν κίνησιν εν Μακεδονία με σκοπόν την τελικήν απόσπασιν της Μακεδονίας από την Ελλάδα…».
Το καλοκαίρι του ’47, το ΚΚΕ δεν έκρυβε τις προθέσεις του. Ήδη τον Ιούνιο στο Στρασβούργο, ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης έκανε λόγο για «[…] τη δημιουργία μιας λεύτερης δημοκρατικής Ελλάδας με δική της κυβέρνηση και με δική της κρατική υπόσταση…».
Όλα αυτά έγιναν ακόμη ξεκάθαρα με τη συμφωνία του Μπλέντ, τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Οι Έλληνες κομουνιστές συναντήθηκαν στη γιουγκοσλαβική πόλη μαζί με στελέχη των Γενικών Επιτελείων Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας, Αλβανίας και με Σοβιετικούς αξιωματικούς και αποφάσισαν την παροχή βοήθειας προς τις δυνάμεις του ΔΣΕ, με διακύβευμα την Ελληνική Μακεδονία.
Αργότερα ο Τίτο έγραψε για τη συμφωνία του Μπλέντ:
«Καταλήξαμε στη Συμφωνία του Μπλέντ, για να εξοφλήσουμε κάθε σχέση με το παρελθόν και να λύσουμε το Μακεδονικό ζήτημα με τρόπο ορθόδοξα μαρξιστικό. Διακηρύξαμε ότι οι λαοί της Μακεδονίας του Βαρδάρη, του Πιρίν και του Αιγαίου έπρεπε να αποκτήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσής τους».
Στην 3η Ολομέλεια του ΚΚΕ που έγινε στη Γιουγκοσλαβία στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου 1947, διαπιστώθηκε ότι είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για τη δημιουργία «ελεύθερης δημοκρατικής περιοχής». Και τονίζεται ότι «συμπαγής και εκτεταμένη Ελεύθερη Ελλάδα, με δική της κυβέρνηση είναι το πρώτο βήμα για να σωθεί η Ελλάδα, η ακεραιότητα, η ανεξαρτησία της, η δημοκρατία».
Τον ίδιο μήνα δηλαδή Σεπτέμβριο του 1947, ο Μάρκος Βαφειάδης ήρθε στα Τίρανα και συναντήθηκε με τον Ενβερ Χοτζα. Την συνάντηση περιγράφει ο πρώην, επί Χότζα, αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών της Αλβανίας Μουφτάρ Τάρε, στις αναμνήσεις του που δημοσίευσε το 2003 η εφημερίδα των Τιράνων Γκαζέτα Σκιπτάρε. Επί τόπου ο Ενβερ Χότζα έδωσε εντολή στο Νάκο Σπύρο να ανοίξουν μερικά ορεινά νοσοκομεία όπως στην περιοχή Voskopoje και Devoll περιοχές που βρισκόταν πολύ κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα όπου θα νοσηλεύονταν οι έλληνες μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στρατιώτες και αξιωματικοί.
Το Ελληνικό κράτος δεν είχε αντιληφθεί το μέγεθος του κινδύνου. Μία μεγάλη καμπάνα αφύπνισης για όλους θα είναι η μάχη της Κόνιτσας. Η πόλη ήταν από ετών στόχος των συμμοριτών.
Στην πόλη, το 1944, η ΠΕΕΑ ίδρυσε και λειτούργησε Παιδαγωγικό Φροντιστήριο. Στο Φροντιστήριο αυτό οι Ελληνες Ελασίτες εκπαιδευτικοί διδάσκονταν τις νέες αρχές της παιδαγωγικής επιστήμης και ψυχολογίας, που στηρίζονταν στην επεξεργασία των Ελλήνων (και όχι μόνο) μαρξιστών πάνω στο διαλεκτικό υλισμό.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1947 ιδρύεται η «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση». Την επομένη στις 24, από τον ραδιοφωνικό σταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» των συμμοριτών στην Γιουγκοσλαβία, ανακοινώνεται ο σχηματισμός της, με «πρωθυπουργό» τον Μάρκο Βαφειάδη και «υπουργούς» γνωστούς κομμουνιστές και τον καθηγητή Πέτρο Κόκκαλη.
Στο διάγγελμα προς τον Ελληνικό λαό, δεν λείπει φυσικά η ξεκάθαρη θέση του κομμουνισμού: “ Η αναγνώριση πλέριας ισοτιμίας στις εθνικές μειονότητες και του δικαιώματος της ελεύθερης εθνικής τους ανάπτυξης. ”
Η Ελλάδα βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο. Αν η κυβέρνηση του Ζαχαριάδη αναγνωριζόταν, η Ελλάδα κινδύνευε να βρεθεί σε εμπόλεμη κατάσταση με τους βόρειους γείτονές της, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η μάχη
Ξημερώνουν Χριστούγεννα στην Κόνιτσα με τσουχτερό κρύο. Έξι το πρωί και οι καμπάνες των εκκλησιών σημαίνουν τον όρθρο, χαιρετίζοντας με τις χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες την ημέρα.
Ταυτόχρονα ακούσθηκαν να πέφτουν βλήματα από βαρείς όλμους στα υψώματα της πόλης. Για μια στιγμή κανενός το μυαλό δεν πήγε σε επίθεση. Πέσανε έξι βλήματα όλμων και ύστερα μεσολάβησε ένα μικρό διάστημα ησυχίας. Μα ύστερα το κακό συνεχίστηκε χωρίς καμιά απολύτως διακοπή, έως τις εφτά.
Την Κόνιτσα υπερασπίζονταν η 75 Ταξιαρχία (που είχε λάβει μέρος στη μάχη του Μετσόβου) του Εθνικού Στρατού, υπό τον Συν/ρχη Δόβα Κωνσταντίνο με δύναμη μόνο δύο (2) Τάγματα Πεζικού, το 582 Τ.Π. και το 584 Τ.Π. Τα δύο τάγματα είχανε, απλώσει τμήματα της δυνάμεώς τους στα πιο επικίνδυνα σημεία γύρω από την Κόνιτσα, όπου από τον Αύγουστο είχανε γίνει γύρω-γύρω χαρακώματα, είχανε φτιάσει ναρκοπέδια κι ακόμα Σταθμούς Διοικήσεως ωχυρωμένους, για περίπτωση εισβολής και επιθέσεως εναντίον της.
Το 582 Τ.Π. κατείχε το ύψωμα Προφήτης Ηλίας που δεσπόζει της Κόνιτσας, πλην ενός Λόχου, του 3ου, που φρουρούσε τη Γέφυρα του Μπουραζανίου.
Οι Λόχοι του 584 Τάγματος Πεζικού κρατούσαν τον Προφήτη Ηλία Εξοχής, το ύψωμα 915 και ένα άλλο ανώνυμο ύψωμα νοτιοδυτικά του Προφήτη Ηλία.
Επίσης στην πόλη ευρίσκονταν ένα ενισχυμένο τάγμα χωροφυλακής και ΜΑΥ και τέσσερα πεδινά πυροβόλα.
Μικρότερα τμήματα είχαν απλωθεί νοτίως και δυτικά της πόλης. Μια μικρή δύναμη από ΜΑΥ, φρουρούσε κάθε βράδυ στην Κάτω Κόνιτσα κοντά στη γέφυρα του Αώου για κάθε ενδεχόμενο.
Κανένας δεν είχε υποψιαστεί πως μπορούσε τέτοια μέρα να συμβεί κανένα απρόοπτο. Την παραμονή των Χριστουγέννων, μόνον ο Διοικητής του 584 Τάγματος Πεζικού Αντισυνταγματάρχης (ΠΖ) Παλλαντάς Γεώργιος που είχε ανέβει στο ύψωμα 915 και στον Προφήτη Ηλία Εξοχής για επιθεώρηση, σαν να τον έσπρωχνε κάποιο μυστικό προαίσθημα, μάζεψε τους αξιωματικούς του και τους είπε δύο λόγια:
“Δεν ξέρω τι μπορεί να συμβεί από ώρα σε ώρα. Να έχετε όμως υπόψη σας, πως πρώτα θα πεθάνουμε εμείς οι Αξιωματικοί και κατόπιν οι φαντάροι. Τίποτα άλλο. ”
Οι δυνάμεις που ο ΔΣΕ χρησιμοποίησε στην επιχείρηση ήταν οι παρακάτω:
- Δύο ταξιαρχίες (32η και 16η) που χτύπησαν από την Λυκοράχη περιμετρικά στις θέσεις του ΕΣ και την γέφυρα Μπουραζάνι
- Ένα ενισχυμένο τάγμα μαζί με μια διμοιρία κομάντο με κύριο στόχο την αποκοπή κινήσεων για ενίσχυση του ΕΣ από το δρόμο του Καλπακίου.
Η μάχη ανάμεσα στις δυνάμεις του ΔΣΕ και του ΕΣ ξεκίνησε λυσσαλέα από τις πρώτες ώρες της 25ης του Δεκέμβρη. Οι δυνάμεις των ανταρτών επιχείρησαν με αρκετή επιτυχία στα εξωτερικά φυλάκια της Κόνιτσας κυρίως σε αυτά που βρίσκονταν σε υψώματα.
Τα πολυβόλα των συμμοριτών γαζώνουν κάθε κατεύθυνση, ενώ σαλπιγκτές και άλλοι με χωνιά φώναζαν από όλες τις κατευθύνσεις:
“Μη πολεμάτε τζάμπα. Παραδοθήτε. Σκοτώστε τους πουλημένους Αξιωματικούς σας. Είσαστε χαμένοι ”.
Την 07:40 εκδηλώθηκε επίθεση από την Ταξιαρχία ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ κατά του 3ου Λόχου του 582 Τάγματος Πεζικού ο οποίος φρουρούσε την γέφυρα Μπουραζανίου (ενισχυόμενος και με δυνάμεις ΜΑΥ). Ύστερα από σκληρό αγώνα μέχρις εσχάτων, στις 09:15 η φρουρά υπέκυψε λόγω της αριθμητικής υπεροχής του αντίπαλου.
Από τους υπερασπιστές τις γέφυρας σκοτώθηκαν όλοι οι βαθμοφόροι και ελάχιστοι άνδρες κατάφεραν να ξεφύγουν στα κοντινά υψώματα. Η κατάληψη της γέφυρας και η καταστροφή της προκάλεσε σημαντικά προβλήματα καθώς απέκοψε την Κόνιτσα από τα Ιωάννινα (ο δρόμος την εποχή εκείνη διερχόταν δια μέσου της γέφυρας Μπουραζανίου).
Οι απώλειες του Λόχου ήταν τρομακτικές:
• Νεκροί: 18 (εκ των οποίων 1 Αξκός ο Διοικητής του Λόχου)
• Αιχμάλωτοι: 23
Όσοι από τους άνδρες του Λόχου διεσώθησαν διέφυγαν προς την κατεύθυνση ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ – ΔΟΛΙΑΝΩΝ.
Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο Διοικητής του 3ου Λόχου του 582 Τάγματος Πεζικού Υπολοχαγός (ΠΖ) Βήττος Θεόδωρος. Συμμετείχε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, υπηρέτησε ως Διοικητής Τάγματος στον ΕΔΕΣ, μετά τη διάλυση του οποίου (1945) υπηρέτησε ως Ανθυπολοχαγός και μετέπειτα ως Υπολοχαγός στον εθνικό στρατό.
Τα οστά του φυλάσσονται εντός μνημείου το οποίο βρίσκεται εντός του Ελληνικού Φυλακίου Μπουραζανίου. Σήμερα η γέφυρα τύπου BELLEY του Μπουραζανίου φέρει τιμητικά το όνομά του «ΓΕΦΥΡΑ ΛΟΧΑΓΟΥ (ΠΖ) ΒΗΤΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ»
Ο Διοικητής της 75ης Ταξιαρχίας Σχης (ΠΖ) Δόβας Κωνσταντίνος, με απόλυτη εμπιστοσύνη στους Αξιωματικούς και στους στρατιώτες του, δίνει διαταγές στους λαχανιασμένους αγγελιαφόρους που φτάνουν από όλα τα υψώματα με αναφορές των Διοικητών. Ακούει το κακό που γίνεται στο ύψωμα 915, πηγαίνει εκεί, επιθεωρεί και στις 12:15 ξεκινά με το αυτοκίνητό του να επιστρέψει στην έδρα της 75ης Ταξιαρχίας. Περί της 12:30 το τζιπ χτυπά σε μια νάρκη, ο Διοικητής της 75ης Ταξιαρχίας τραυματίζεται βαριά, τινάζεται μαζί με τον οδηγό στρατιώτη πολλά μέτρα μακριά. Τους μεταφέρουν ματωμένους στη Κόνιτσα. Ο Διοικητής της Ταξιαρχίας είναι λιποθυμισμένος από τα τραύματα και το δυνατό τράνταγμα της εκρήξεως.
Την Διοίκηση της 75ης Ταξιαρχίας αναλαμβάνει με διαταγή της VΙΙΙ Μεραρχίας ο Διοικητής του 584 Τάγματος Πεζικού Άνχης (ΠΖ) Παλλαντάς Γεώργιος.
Από την Κόνιτσα οι στρατιώτες που υπηρετούσαν σε γραφεία και σε βοηθητικές υπηρεσίες, ζητούν οι ίδιοι να τρέξουν στις μονάδες τους απάνω στα υψώματα. Φεύγουν τα παιδιά αυτά και πίσω μένουν οι τελείως απαραίτητοι. Για να φτάσουν στη μάχη τρέχουν. Γίνεται αγώνας δρόμου για το ποιός θα φτάσει πρώτος στο χαράκωμα και να βοηθήσει στον αγώνα. Εκεί που φθάνουν τέτοιοι είναι οι κρότοι που δεν μπορούν να ακουστούν και οι δυνατότερες φωνές. Οι τραυματίες με ματωμένα κορμιά, όσοι μπορούν να σταθούν ακόμα όρθιοι πολεμούν ακόμα.
Σκηνές μεγαλείου που δεν μπορεί να τις συλλάβει ανθρώπινο μυαλό. Οι Αξιωματικοί με πάθος πολεμούν στα πιο επικίνδυνα σημεία.
“Και εμείς να σκοτωθούμε, φωνάζουν στους στρατιώτες, να ταμπουρωθείτε στα κορμιά μας και να πολεμήσετε ”.
Η σφοδρή επίθεση των συμμοριτών την πρώτη ημέρα εναντίον των φυλακίων της πόλεως, δεν πέτυχε τίποτε το σοβαρό. Όλη η γραμμή κρατάει γερά και τα κύματα του εχθρού τσακίζονται επάνω στη γενναία άμυνα του στρατού μας.
Αυτή η νύχτα έκρινε τη τύχη της Κόνιτσας. Φάνηκε καθαρά πως ο στρατός δεν θα επέτρεπε με οποιαδήποτε θυσία να περάσουν οι συμμορίτες.
Η δεύτερη μέρα, η 26η Δεκεμβρίου, δεν αλλάζει καθόλου την κατάσταση. Οι συμμορίτες επιτίθενται με την ίδια λύσσα χωρίς αποτέλεσμα. Και στις 27 η κατάσταση παραμένει αμετάβλητη. Οι συμμορίτες επιτίθενται σε όλα προς το βορρά και ανατολικώς της πόλεως υψώματα με λύσσα, αλλά δεν μπαίνουν στην πόλη.
Η Αεροπορία κάνει κι αυτή θαύματα. Στα Γιάννενα από την πρώτη κι όλας μέρα της επιθέσεως έφτασε ο Αρχηγός των Αεροπορικών Δυνάμεων της Στρατιάς Κελαϊδής και οι πιλότοι της Βάσεως Ιωαννίνων που εν τω μεταξύ έχει ενισχυθεί με αρκετά Σπιτφάϊρς, κάνουν τέσσερις και πέντε εξορμήσεις ημερησίως. Άθλος.
Αεροπλάνα Ντακότα κατεβαίνουν σε χαμηλό ύψος και ρίχνουν με τα αλεξίπτωτα πυρομαχικά. Πολλά από αυτά προς την ανατολική κυρίως πλευρά της πόλεως πέφτουν κοντά στις γραμμές των συμμοριτών, και γίνονται αφορμή μικροσυγκρούσεων, σώμα προς σώμα καμμία φορά.
Ο Παλλαντάς από τις 26 υποψιάστηκε κάτι που στο άμεσο μέλλον θα αποδεικνυόταν αληθινό. Φοβήθηκε μήπως οι συμμορίτες απογοητευμένοι από τις αποτυχίες τους στα υψώματα χτυπήσουν την Κόνιτσα από τον πεδινό διάδρομο.
Διατάζει το 2ο και 3ο Λόχο του 584 Τάγματος Πεζικού (Διοικηταί Λοχαγός Ζώτος και Υπολοχαγός Τσίγκας) να φύγουν από το ύψωμα 915 και να κατέβουν στην Κόνιτσα, ώστε να ενισχυθούν τα τμήματα του 582 Τάγματος Πεζικού που είχαν μικροφυλάκια στη νοτιοανατολική και τη νοτιοδυτική πλευρά της Κόνιτσας.
Με την ενέργειά του αυτή έσωσε την Κόνιτσα. Στις εφτά το βράδυ της 27ης οι συμμορίτες κάνουν επίθεση από το πεδινό διάδρομο. Ή μάλλον με χίλιες προφυλάξεις καταφέρνουν να χωθούν στα σπίτια χωρίς σχεδόν να τους αντιληφθεί κανένας. Θα προχωρήσανε κατ΄αυτόν τον τρόπο περισσότερο από 250 μέτρα κατ’ ευθείαν στην κάτω Κόνιτσα. Μόλις μπαίνανε στα σπίτια ακινητούσαν της οικογένειες με το πιστόλι στα χέρια και έπιαναν τα παράθυρα και τις πόρτες για κάθε ενδεχόμενο.
Η νύχτα αυτή είναι η πιο τρομερή νύχτα που γνώρισε η Κόνιτσα. Τα γυναικόπαιδα σκούζουν από το φόβο και οι συμμορίτες με τα χωνιά απειλούν γενική σφαγή των στρατιωτών αν τους αιχμαλωτίσουν.
Τα καλντερίμια γεμίζουν νεκρούς που βογγούν απελπισμένα. Κοντεύει να ξημερώση. Οι συμμορίτες δεν μπορούν να σταθούν περισσότερο. Σέρνοντας από τα πόδια σκοτωμένους και τραυματίες αρχίζουν να υποχωρούν. Ο στρατός μας είχε και αυτή τη φορά νικήσει. Οι Κονιτσιώτες αγκάλιαζαν και φιλούσαν τον στρατό που έσωσε και πάλι την πόλη.
Τις νύχτες στο δρόμο που ξεκινά από το Λεσκοβίκι για την Ελληνοαλβανική μεθόριο, βλέπουν συχνά οι υπερασπιστές της Κόνιτσας φώτα αυτοκινήτων που ανεβοκατεβαίνουν συνεχώς. Από ομολογίες χωρικών της περιοχής εκείνης αποδεικνύεται πως τα αυτοκίνητα αυτά μετέφεραν ενισχύσεις στους συμμορίτες και στην επιστροφή πολυάριθμους τραυματίες σε αλβανικά νοσοκομεία.
Αλλά από την Κόνιτσα τις νύχτες η αμυνόμενη φρουρά και ο λαός της πόλης αντικρύζουν άλλα φώτα παρήγορα. Είναι φωτοβολίδες που σκάζουν στην περιοχή της Βίγλας.
Οι ενισχύσεις στην πολιορκημένη πόλη πλησιάζουν. Η ηρωϊκή πόλη της Κόνιτσας αναπνέει. Βλέπει τους ελευθερωτές να φθάνουν.
Στα υψώματα της Γκραμπάλας ο αγώνας είναι εξαιρετικά σκληρός. Στο ύψωμα 1060 είχαν μείνει από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο χαρακώματα, και αυτά ακριβώς κρατούσαν οι συμμορίτες. Το πυροβολικό μας και η αεροπορία τα κτυπούν συνεχώς, αλλά οι συμμορίτες εξακολουθούν να αντιστέκονται.
Το απόγευμα όμως της 29ης Δεκεμβρίου στις τρείς μία Διλοχία του 527 Τάγματος Πεζικού με τον Λυγεράκη καταφέρνει και με ηρωϊκή εξόρμηση μπαίνει στα χαρακώματα και διώχνει κακήν κακώς τους συμμορίτες. Είναι οι απαράμιλλοι ΛΟΚ, οι επίλεκτοι Έλληνες κομάντο, από τους οποίους έχει σταλλεί στην Ήπειρο μία πρότυπος Μοίρα υπό τον ηρωϊκό Ζαχαράκη.
Για να ανέβει η ηρωϊκή αυτή Διλοχία εκεί επάνω, έκανε σωστή αναρρίχηση στην πλαγιά που ήτανε εντελώς γυμνή και φοβερά απότομη.
Μέσα στο χιονισμένο χάος των βουνών, που οι απάτητες πλαγιές τους είναι και την ημέρα για ασκημένους χιονοδρόμους ορειβατικό κατόρθωμα να τις δαμάσουν, οι δαίμονες του Ζαχαράκη βρίσκουν πατήματα, εκβιάζουν περάσματα, μέσα στο πυκνό σκοτάδι, καβαλάνε το ύψωμα 935, πηδούν στην Κεφαλοβουλγάρα, προχωρούν προς τη Βίγλα.
Η διείσδυδη των ΛΟΚ στα νώτα των συμμοριτών συντόμεψε κατά πολύ την επαφή του στρατού με την πολιορκημένη Κόνιτσα. Ήταν κάτι που ο »Δημοκρατικός Στρατός» δεν το περίμενε.
Εν τω μεταξύ η Διλοχία Λυγεράκη και το 24ο Τάγμα Χωροφυλακής (πρώην αντάρτες του ΕΔΕΣ) του βουλευτού Αλέκου Παπαδόπουλου και του Δημήτριου Ιωάννου, είναι έτοιμα να τραβήξουν για την Κόνιτσα. Το γρηγορώτερα μάλιστα.
Η αποστολή είναι αφάνταστα δύσκολη και επικίνδυνη. Η απότομη διαμόρφωση του εδάφους προσφέρεται για αντίσταση των συμμοριτών.
Ο Λυγεράκης τινάζει ψηλά στον ουρανό μία φωτιστική φωτοβολίδα. Κι οι χωρικοί στο χρυσό φως από τις χαραμάδες των παραθυριών τους αντικρύζουν χακί. Χακί Ελληνικό.
Βλέπουνε και από την Κόνιτσα την φωτοβολίδα. Τα πολυβόλα στον Προφήτη Ηλία, στον Άγιο Αθανάσιο, παντού πάνε να καούν από τις χαρμόσυνες ριπές.
Έρ-χε-ται! Έρ-χε-ται!
Οι κάτοικοι ανοίγουν τέντα τα παράθυρα και κοιτάζουν κατά το μονοπάτι. Αγκαλιάζονται και φιλιούνται.
Από την Γκορίτσα και πέρα ο Λυγεράκης κι ο Παπαδόπουλος δεν υπολογίζουν πλέον τίποτα. Για να φτάσουν στην Κόνιτσα κυριολεκτικώς τρέχουν. Οι στρατιώτες για να βλέπουν καλύτερα ανάβουν τα ηλεκτρικά τους φανάρια.
Στην Κόνιτσα στρατιώτες και κάτοικοι τρελαίνονται από ενθουσιασμό. Διακρίνουν καθαρά πλέον από το φως, τη φάλαγγα που πλησιάζει. Στις 10 ακριβώς οι πρώτοι στρατιώτες φτάνουν στη γέφυρα του Αώου.
Τους σταματά το ξερό »Άλτ» του σκοπόύ επάνω από τα βράχια. Απαντούν στο παρασύνθημα και ο στρατός στις 10 και 10′ μπαίνει στη Κάτω Κόνιτσα. Ο Παπαδόπουλος μαζί με τον Λυγεράκη λίγα λεπτά αργότερα φτάνουν στο γραφείο του Παλλαντά.
Η Κόνιτσα πανηγυρίζει. Η επταήμερη μάχη έληξε πλέον.
Οι επιχειρήσεις συνεχίστηκαν μέχρι τις 7 Ιανουαρίου με αντεπιθέσεις του Ελληνικού στρατού βόρεια της Κόνιτσας, που είχαν ως αποτέλεσμα να απαλλαγεί οριστικά η γραφική κωμόπολη από τον κίνδυνο.
Οι απώλειες εκατέρωθεν ήταν σημαντικές. Οι μονάδες του ΕΣ που συμμετείχαν στη μάχη είχαν 104 νεκρούς, 53 αγνοούμενους και 356 τραυματίες. Ο Μάρκος δήλωσε προς την ηγεσία του ΚΚΕ ότι οι αντάρτικες απώλειες περί την Κόνιτσα ανέρχονταν σε 650 άνδρες.
Συμπεράσματα – Επισημάνσεις
Η χρονική σύμπτωση της ίδρυσης της κυβέρνησης των ανταρτών, που ονομάστηκε «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση» και της επίθεσης κατά της Κόνιτσας δεν ήταν τυχαία.
Σύμφωνα με τον Μάρκο, ο Ζαχαριάδης είχε πει ότι «θα πάρουμε την Κόνιτσα, θα φτιάξουμε την κυβέρνηση και πιθανόν ν’ αναγνωριστούμε» από τη Σοβιετική Ενωση και τους φίλους της ή κάποιους από αυτούς.
Αποκαλυπτική είναι η έκθεση του Μάρκου Βαφειάδη που ενώ θεωρεί ότι η στιγμή της επιχείρησης ήταν κατάλληλη και επιβάλλονταν να γίνει πολιτικά και στρατιωτικά, στη συνέχεια τονίζει τα λάθη που έγιναν ένα εκ των οποίων ήταν ότι δεν γίνεται στοιχειώδης πολιτική δουλειά στα τμήματα.
Μετά την Κόνιτσα, ο κλονισμένος Μάρκος ήταν βέβαιος ότι ο ΔΣΕ δεν μπορούσε από μόνος του να επικρατήσει.
Σε ένα νεώτερο αφιέρωμα του Ριζοσπάστη στις 24 Αυγούστου 1997 τονίζεται χαρακτηριστικά: “Εκείνη η βουνοκορφή πάνω απ’ την Κόνιτσα που δεν κατάφερε ο ΔΣΕ να καταλάβει κι έχασε την Κόνιτσα , βαραίνει στις καρδιές μας”. Ένα μικρό δείγμα του πόσο στοίχισε η απώλεια στους συμμορίτες.
Η νίκη της Κόνιτσας έδειξε ξεκάθαρα το υψηλό μαχητικό φρόνημα των μαχητών του Ε.Σ. και την εξαιρετική ποιότητα των αξιωματικών, οι οποίοι διοικούσαν εκ του σύνεγγυς, με το ανάλογο τίμημα σε αίμα. Στην Κόνιτσα για πρώτη φορά φάνηκαν ο ηρωϊσμός και οι δυνατότητες των καταδρομέων, αλλά και οι σοβαρές ελλείψεις του Ε.Σ. σε οπλισμό και ιδιαίτερα σε πολυβόλα. Η φρουρά της Κόνιτσας αντιμετώπισε έξι εχθρικά τάγματα επί πέντε ημέρες με μόνο δύο πολυβόλα! Αυτή η έλλειψη αποτέλεσε πρόβλημα σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του συμμοριτοπολέμου. Το 1948 διατέθηκαν μερικά πολυβόλα, όχι πάνω από 4 ανά τάγμα. Σαν σύγκριση το 1940 κάθε τάγμα πεζικού διέθετε 12 πολυβόλα, 36 οπλοπολυβόλα και 48 βομβιδοβόλα.
Η μάχη και η νίκη της Κόνιτσας, υπήρξε η αποφασιστική καμπή του συμμοριτοπολέμου. Γι’ αυτό η Κόνιτσα θα μείνει στην ιστορία μας, σαν βωμός θυσίας και θρύλος.
Χάρις στη νίκη της Κόνιτσας η Ελλάδα απέφυγε την κομμουνιστοποίηση και τον δεδομένο διαμελισμό της και το σβήσιμο από το χάρτη. Γιατί στην περίπτωση επιβολής του Κομμουνισμού σ’ όλη τη χώρα, είναι απολύτως βέβαιο, ότι η Μακεδονία και η Θράκη θα περιέρχονταν στους Βουλγάρους και στους Σκοπιανούς του Τίτο –ο οποίος ακόμα δεν τα είχε χαλάσει με τον Στάλιν- και η Ήπειρος κατά μεγάλο μέρος στους Αλβανούς.
Και σήμερα;
73 χρόνια μετά, η μεγάλη εκείνη στρατιωτική νίκη, έχει καταντήσει μεγάλη πολιτική ήττα. Ο μαρξισμός έχει επιβληθεί στους πολιτικάντηδες που όχι μόνο επέβαλαν για χρόνια τη λήθη, αλλά αλλάζουν και την ιστορία μας στα σχολικά βιβλία.
Η επέτειος αυτής της μεγάλης, της ιστορικής, της σωτήριας νίκης, από πολλού δεν εορτάζεται επίσημα. Χάριν της δήθεν λήθης και κατά πλήρη βιασμό της Ιστορίας.
Ο Σεβασμιότατος μητροπολίτης Κονίτσης κ.κ. Ανδρέας στο μνημόσυνο που έγινε το 2014 τόνισε: “Να προσέχουμε τους προδότες που προέρχονται μέσα απὸ την Ελλάδα. Η χώρα έχει γεμίσει απὸ νέους ἐφιάλτες. Τους βρίσκουμε στο κυβερνητικὸ στρατόπεδο και στην αντιπολίτευση, στις δήθεν κοινωνικὲς οργανώσεις, σε κοσμικὰ ισχυροὺς παράγοντες, στον τύπο…”
Σήμερα οι χιλιάδες των νεκρών που έπεσαν υπακούοντας στις διαταγές της νόμιμης κυβέρνησης του τόπου έμειναν δυστυχώς αδικαίωτοι.
Μερικοί θεωρούν ότι το κράτος ξέχασε τους ήρωες. Λάθος. Τους τιμώρησε.
Αντί μνημοσύνου, ψήφισε το νόμο 1863/18 Σεπτεμβρίου 1989, όπου στο άρθρο 1 ορίζεται: “ Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος «συμμοριτοπόλεμος» αντικαθίσταται με τον όρο «εμφύλιος πόλεμος» και όπου «συμμορίτες» με τον όρο «Δημοκρατικός Στρατός»”.
Το Εθνικό κράτος στο οποίο αποβλέπουμε θα στείλει οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τον αναίσχυντο αυτό νόμο.
Αιωνία η μνήμη και η τιμή στους λαμπρούς μαχητές της Κόνιτσας.